Η συγκλονιστική ιστορία και το φωτεινό παράδειγμα του Μπάμπη Ταμπάση

Το 2013, ο 27χρονος Μπάμπης Ταμπάσης «κρέμασε» τα γάντια του, μαθαίνοντας ότι πάσχει από τη νόσο Stargardt. Σήμερα μιλά στο sport-fm.gr και συγκλονίζει, δίνοντας μαθήματα ζωής και αξιοπρέπειας. 

Όταν αναφερόμαστε στο ποδόσφαιρο και ψάχνουμε τους ήρωές του συνηθίζουμε να κοιτάμε πολύ μακριά, επηρεαζόμενοι από τη λάμψη που εκπέμπουν τα «αστέρια» της στρογγυλής θεάς και τα εκατομμύρια ευρώ που στρώνονται στα πόδια τους από τις ομάδες και τις εταιρείες. Το λεγόμενο «star system»… 

Παρ’ όλα αυτά οι πραγματικοί ήρωες όχι μόνο του ποδοσφαίρου, αλλά και της ίδιας της καθημερινότητας και των προβλημάτων που αυτή θέτει, βρίσκονται στην πραγματικότητα δίπλα μας και η ιστορία τους αποτελεί ένα εγχειρίδιο αξιοπρέπειας και συνεχούς άρνησης παραίτησης μπροστά στις δυσκολίες. 

Ένας εξ αυτών είναι ο Μπάμπης Ταμπάσης. Το όνομά του μπορεί να μην λέει πολλά σε πολλούς, αλλά πριν από περίπου 2,5 χρόνια δεν ίσχυε το ίδιο. Ο 29χρονος από τον Κολωνό, αφού ταλαντεύτηκε ανάμεσα σε μπάσκετ και καράτε, επέλεξε τελικά το… ποδόσφαιρο και συγκεκριμένα τη θέση του τερματοφύλακα, με τα 196 εκατοστά του να τον κάνουν πράγματι ξεχωριστό. 

Μέχρι τα 27 του είχε καταφέρει από εκεί που δεν υπολογιζόταν στον Πανιώνιο και είχε αποχωρήσει για τον Διαγόρα Ρόδου στη Football League, να καθιερωθεί στον ΠΑΣ Γιάννινα του Γιάννη Χριστόπουλου που βάσει βαθμολογίας τερμάτισε σε θέση που οδηγούσε στο Europa League. 

Όλα αυτά μέχρι και τις 9 Οκτωβρίου του 2013… 

Εκείνη η Τετάρτη ήταν η μέρα κατά την οποία ανακοινώθηκε εντελώς αιφνίδια από τον ΠΣΑΠ η αναγκαστική του αποχώρηση από την ενεργό δράση, αφού μια σπάνια και ανίατη ασθένεια, η νόσος Startgardt, δεν του επέτρεπε να συνεχίσει στο ίδιο υψηλό επίπεδο. 

«Εντελώς ξαφνικά, χωρίς κάποια ένδειξη ή “προειδοποίηση”, μόλις σκοτείνιαζε ή απλώς σουρούπωνε, αποδυναμωνόταν η όραση μου, δεν μπορούσα να δω καθαρά, το ίδιο συνέβαινε και όταν συννέφιαζε», ανέφερε μεταξύ άλλων η τότε ανακοίνωση. Όλοι οι γιατροί ήταν ξεκάθαροι με τον Μπάμπη, τονίζοντάς του ότι δεν υπάρχει θεραπεία για τα μάτια του –τραγική ειρωνεία ότι δεν είχε ποτέ κανένα πρόβλημα- και ως εκ τούτου δεν θα μπορούσε πια να είναι το ίδιο αξιόπιστος γκολκίπερ. 

Η απόφασή του ήταν μονόδρομος… 

Μέχρι σήμερα δεν είχε μιλήσει, αλλά ύστερα από 2 χρόνια αποφάσισε να το κάνει στο sport-fm.gr. Φέρνει στο μυαλό του εκείνη τη δύσκολη περίοδο στη ζωή του, πώς κατάφερε να σταθεί στα πόδια του και να μην παρασυρθεί από την ατυχία του και εξηγεί γιατί ο ίδιος εξακολουθεί να αισθάνεται τυχερός. 

Παράλληλα, βγάζει το… καπέλο στον ΠΣΑΠ και τις ενέργειες των μελών του για το σύνολο του ελληνικού ποδοσφαίρου και καταλήγει στα συμπεράσματα ζωής που κατέληξε ο ίδιος μέσω της περιπέτειάς του. 

Η ανακοίνωση του ΠΣΑΠ κατέληγε: «Αυτό είναι το παιχνίδι μας, αυτοί οι πρωταγωνιστές του…». 

Ο Μπάμπης Ταμπάσης και ο τρόπος που έχει διαχειριστεί την κατάστασή του αποτελεί μάθημα αξιοπρέπειας, αποδεικνύοντας το «γιατί» είναι από τους πλέον «φωτεινούς» πρωταγωνιστές του μεγαλύτερου παιχνιδιού που είναι η ίδια η ζωή… 

Αναλυτικά η συνέντευξη του Μπάμπη Ταμπάση στο sport-fm.gr και τον Παύλο Κουστέρη: 

– Μπάμπη, θέλω να σε πάω λίγο πίσω και συγκεκριμένα στις 9 Οκτωβρίου του 2013. Ένα πρωί στο γνωστοποιήθηκε μέσω ανακοίνωσης του ΠΣΑΠ, ότι πλέον αναγκάζεσαι να σταματήσεις το ποδόσφαιρο σε ηλικία 27 ετών. Ένιωσες τότε μέσα σου ένα «γαμώτο»; Ένα «γιατί να συμβαίνει σε μένα κάτι τέτοιο»; 

«Αυτό το “γαμώτο”, εγώ το είχα σκεφτεί νωρίτερα. Τότε το ανακοίνωσε ο ΠΣΑΠ και επίσημα. Εγώ το ήξερα από τον προηγούμενο Φλεβάρη. Το σοκ για μένα ήταν το έμαθα μέσω του γιατρού. Όταν μου το ανακοίνωσε και μάλιστα μου είπε ότι πρόκειται για μία ανίατη ασθένεια που δεν επιδέχεται κάποιας θεραπείας είτε μέσω laser είτε φαρμακευτικής αγωγής»

– Φαντάζομαι με το που άρχιζε να «παίζει» η ιστορία σου στα ΜΜΕ και να γίνεται ντόρος, θα έλαβες αρκετά μηνύματα. Πώς το αντιμετώπισες όλο αυτό; Έτυχε να ενοχληθείς από κάποια περιστατικά ή πράγματι έτυχες ειλικρινούς ενδιαφέροντος; 

«Όχι, όχι σε καμία περίπτωση. Ίσα-ίσα που πολλοί φίλοι μου μέσω του ποδοσφαίρου δεν το ήξεραν. Με κάποιους κιόλας είχαμε χαθεί, λόγω απόστασης, αφού ήμουν Αθήνα, Γιάννινα, Ρόδο. Πολλοί επικοινώνησαν μαζί μου και αισθάνθηκα όντως πραγματικό ενδιαφέρον». 

– Ήταν επιλογή σου να κρατήσεις χαμηλούς τόνους εκείνη την περίοδο; 

«Στην αρχή όταν το έμαθα τον Μάρτιο (σ.σ. του 2013) που ήμουν στον ΠΑΣ Γιάννινα δεν είχε ανακοινωθεί κάτι και προτιμήσαμε αυτή την τακτική, γιατί προσπαθούσαμε μήπως βρούμε κάποια λύση στο εξωτερικό. Είχαμε στείλει όλα τα χαρτιά, τις εξετάσεις και χωρίς να είναι κάτι οριστικό, δεν θέλαμε να βγει κάτι προς τα έξω. Το καλοκαίρι έφυγα, αφού έληξε το συμβόλαιό μου και ήταν οριστικό το πρόβλημά μου. Κατόπιν αποφάσισα να πάω στη Γ’ Εθνική και συγκεκριμένα στην Πεύκη. Τα παιχνίδια θα ήταν πιο νωρίς, τη μέρα. Ωστόσο, είδα ότι σε πολλές περιπτώσεις και εκεί θα είχα πρόβλημα ειδικά το χειμώνα και πήρα την απόφαση να σταματήσω τελείως, από τη στιγμή που δεν μπορούσα να ανταπεξέλθω. Δεν ήθελα να εκθέσω την ομάδα, αλλά δεν μπορούσα να συνεχίσω. Είχα ταβάνι». 

– Φαντάζομαι ότι εκείνη την περίοδο άκουσες πολλές κουβέντες έως και συμβουλές. Σου έχει μείνει μια κουβέντα που λες ότι αυτή δεν θα την ξεχάσεις ποτέ; 

«Γενικότερα, κατά τη διάρκεια της ποδοσφαιρικής μου καριέρας, έχω δεχθεί πολλές συμβουλές και θυμάμαι αρκετές απ’ αυτές. Όσον αφορά όμως ειδικότερα στο κομμάτι αυτό, είναι δύσκολο για κάποιον να μπει στη δική σου θέση και να σου πει κάτι. Από εκεί και πέρα πρέπει να κοιτάζεις και γύρω σου… Ο καθένας αντιμετωπίζει το δικό του πρόβλημα. Αυτό σε κάνει να το βλέπεις ότι δεν είσαι μόνο εσύ και ότι δεν πρέπει να είσαι αχάριστος απέναντι στη ζωή. Το δικό μου πρόβλημα μπορεί να αφορούσε κυρίως το ποδόσφαιρο, αλλά από εκεί και πέρα υπάρχουν σοβαρότερα προβλήματα και όχι μόνο τα επαγγελματικά. Πρέπει να καταλάβεις ότι η ζωή δεν σταματάει εδώ. Για παράδειγμα όταν είχα πάει στον ΠΣΑΤ και είχα δει τον πρόεδρο, τον Σάκη Δημόπουλο που έχει περάσει κι αυτός ένα πρόβλημα που του στέρησε τη δυνατότητα να συνεχίσει ακόμα περισσότερο την επαγγελματική του καριέρα, να αντιμετωπίζει με θαυμαστό τρόπο ό,τι συμβαίνει, παίρνεις και εσύ ο ίδιος θάρρος για τη συνέχεια». 

– Παρ’ όλα αυτά, ακόμα και μέχρι σήμερα δεν μίλησες ποτέ για το όλο ζήτημα. Ήταν απόφαση δική σου ή ήταν κάτι που προέκυψε; 

«Ήταν κάτι λογικό πιστεύω. Εκείνη την περίοδο έδειξαν ενδιαφέρον αρκετοί για να μάθουν τι συμβαίνει και τι μέλλει γενέσθαι. Ωστόσο, θεωρώ λογικό από τη στιγμή που αποχώρησα από το ποδόσφαιρο να ασχοληθεί κάποιος με εμένα, αλλά κι εγώ δεν ήθελα να δώσω συνέχεια». 


– Αγχώθηκες, τρομοκρατήθηκες ίσως, όταν αντιλήφθηκες ότι πλέον δεν μπορείς να ζήσεις από το ποδόσφαιρο και πρέπει να βρεις μια άλλη επαγγελματική διέξοδο; 

«Στην αρχή δεν ήταν τόσο το επαγγελματικό και το βιοποριστικό. Εκείνη τη στιγμή όταν σου “σβήνει” το όνειρο, το μυαλό πάει αυτόματα πάει σε αυτό το κομμάτι. Υπήρχε γενικότερα μεγαλύτερη στεναχώρια. Το ποδόσφαιρο ήταν πάντα η μεγάλη μου αγάπη, το όνειρό μου και οι φιλοδοξίες μου και η ζωή μου κινούνταν γύρω απ’ αυτό»

– Απ’ όσο ξέρω, άλλωστε, ο αθλητισμός είναι ένα «μικρόβιο» για σένα… 

«Ναι, ναι έτσι. Έχω ασχοληθεί μικρότερος και με το μπάσκετ και με το καράτε». 

– Ας πάμε λίγο πιο πίσω και συγκεκριμένα στις 10 Ιανουαρίου του 2013. Ματς Κυπέλλου, ΠΑΣ Γιάννινα-Φωστήρας και έχεις το πρώτο… κρούσμα που αφορά τα μάτια σου. Εκεί άρχισες να ανησυχείς ή το θεώρησες ένα τυχαίο περιστατικό; 

«Τότε κατάλαβα ότι σίγουρα είχα κάτι. Υπήρχαν και προηγούμενα παιχνίδια που είχα αισθανθεί το ίδιο πρόβλημα. Τότε, πριν από 20 μέρες, είχαμε παίξει στο “Γ. Καραϊσκάκης” που είναι το γήπεδο με τον καλύτερο φωτισμό στην Ελλάδα και ακόμα και εκεί είχα ενοχλήσεις. Μετά έγινε βεβαιότητα. Μου είχαν πει στην αρχή ότι ίσως να ήταν θέμα φακών, αλλά αποδείχθηκε ότι δεν ίσχυε αυτό. Ούτε θέμα μυωπίας, ούτε αστιγματισμού»

– Πώς είναι αυτές οι στιγμές που χωρίς κάποια ένδειξη, χωρίς να ξέρεις το «γιατί», αρχίζεις να σκοτεινιάζει το τοπίο;

«Ήταν σαν να ήταν το μάτι μου να θολώνει σαν να δακρύζει. Σαν να μειωνόταν η όρασή μου. Ήταν κάτι αντίστοιχο. Άρχιζε ξαφνικά να σκοτεινιάζει, το μάτι μου να θολώνει, να δακρύζει. Ήμουν σίγουρος ότι υπήρχε κάποιο πρόβλημα, αλλά δεν τρόμαξα. Δεν πίστευα ότι θα είναι κάτι το σοβαρό. Φανταζόμουν ότι ίσως χρειαστεί κάποια θεραπεία, κάποιο laser ή χειρουργείο. Είχα ακούσει κάποια περιστατικά με πρόβλημα στα μάτια, αλλά με κάποια επέμβαση διορθωνόταν. Ποτέ δεν είχα ακούσει ότι υπάρχει κάποιο πρόβλημα στα μάτια το οποίο είναι μη θεραπεύσιμο και ποτέ δεν σκέφτηκα ότι θα έχω κάτι τέτοιο»


– Στις προπονήσεις είχες εντοπίσει το πρόβλημα; 

«Μετά το παιχνίδι με τον Φωστήρα, λίγες μέρες μετά, είχα μείνει στην Αθήνα για εξετάσεις. Πλέον, ανακάλυψα το πρόβλημα και περί τίνος πρόκειται και τι πρόκειται να συμβεί στην πορεία. Από εκεί και πέρα η ομάδα ήταν ενήμερη. Οι προπονήσεις ήταν σε ώρες πρωινές οπότε δεν είχα πρόβλημα. Αν κοιτάξεις στα παιχνίδια, τα οποία συνήθως ήταν και εκτός έδρας, τη μία εβδομάδα που ήταν στις 3 το μεσημέρι έπαιζα και στα εντός που ήταν βραδυνά ήμουν εκτός αποστολής. Πολλοί με ρωτούσαν πώς γινόταν από το ένα ματς να είμαι βασικός και μετά εντελώς εκτός. Ήταν τότε μια περίοδος με την ομάδα που δεν είχαμε πει και κάτι. Περιμέναμε μήπως βρεθεί κάποια λύση»

– Από την ομάδα σου, τον ΠΑΣ Γιάννινα, τι σου έλεγαν; 

«Πραγματικά, όλη η ομάδα, από τον προπονητή που ήταν τότε, τον κ. Χριστόπουλο, τον προπονητή τερματοφυλάκων, τον κ. Παγανιά και πολύ περισσότερο, η διοίκηση, ο κ. Χριστοβασίλης, ήταν πολύ υποστηρικτικοί. Μου συμπεριφέρθηκαν όλοι άψογα και ήταν όλοι από πάνω μου, να με βοηθήσουν, ώστε να βρεθεί μια λύση. Σε καμία περίπτωση δεν ένιωσα κάτι άσχημο. Ίσα-ίσα μου στάθηκαν με το παραπάνω και δεν το περίμενα». 

– Γιατί λες ότι δεν το περίμενες; 

«Εντάξει, ήμουν μέλος της ομάδας, αλλά το πρόσωπο που έδειξαν ήταν παραπάνω από ανθρώπινο. Μου φέρθηκαν πραγματικά σαν οικογένεια». 

– Και φτάνουμε στις 16 Φεβρουαρίου του 2013, όταν σε εντός έδρας ματς κόντρα στον Πανθρακικό γίνεσαι αλλαγή στο 49’… 

«Εκεί ήμουν σίγουρος πλέον. Όταν βγήκα αλλαγή και έκατσα στον πάγκο, ήμουν σε πολύ άσχημη κατάσταση. Ήταν πλέον τελειωτικό. Ήξερα ότι θα παίξω μόνο όσα ματς ήταν στις 3 το μεσημέρι για εκείνη την περίοδο, αλλά ήξερα ότι είχε αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για το τέλος της ποδοσφαιρικής μου καριέρας»

– Φαντάζομαι ότι για να γίνεις αλλαγή τόσο νωρίς στο β’ ημίχρονο, υπήρξαν συζητήσεις κατά τη διάρκεια της ανάπαυλας…

«Είχα παραπονεθεί ότι από το 35’ και γενικότερα προς τα τέλη του α’ ημιχρόνου ότι ίσως να χρειαστεί να βγω και ότι θα πρέπει να ετοιμάζεται ο Φεγκρούς. Είπα ότι θέλω να δω πώς θα είναι και θα τους ειδοποιήσω αμέσως. Είδα τελικά ότι η κατάσταση είναι δύσκολη και αναγκαστικά έπρεπε να βγω για να μην “κρεμάσω” και την ομάδα». 

– Τι σκέφτεσαι σε αυτή τη διαδρομή από την εστία σου μέχρι τη στιγμή που βγαίνεις εκτός αγωνιστικού χώρου; 

«Εκείνη τη στιγμή(σκέφτεται)… Βασικά σκέφτεσαι ότι δυστυχώς είναι μέχρι εδώ. Έχω συνειδητοποιήσει ότι δεν υπάρχει λύση. Το πρόβλημα είναι τέτοιο που δεν διορθώνεται και πρέπει να αρχίσω να σκέφτομαι το τέλος…». 

– Γυρνάς σπίτι σου, μακριά απ’ όλους. Ξεσπάς; 

«Ότι στεναχωρήθηκα, έκλαψα είναι σίγουρο. Δεν αναρωτήθηκα το “γιατί”. Στη ζωή για τους ανθρώπους είναι όλα. Δυστυχώς… Και τα καλά και τα άσχημα». 

– Μαθαίνεις, λοιπόν, τη διάγνωση περί νόσου Stargardt. Την είχες ακούσει ποτέ; 

«Όχι, ποτέ. Δεν είχα ιδέα καν. Μικρός ούτε που είχα πάει στον γιατρό για τα μάτια. Δεν είχα ποτέ θέμα γενικά. Δεν είχα καν μυωπία για να πάρω γυαλιά». 

– Οι γιατροί σου άφησαν ποτέ κάποιο περιθώριο να ελπίζεις ότι μπορεί να το αντιμετωπίσεις και ίσως τελικά να ξαναπαίξεις ποδόσφαιρο; 

«Όχι, όχι. Ήταν απολύτως ξεκάθαροι και καλύτερα κιόλας, ώστε να ξέρεις απόλυτα τι γίνεται, από το να σου αφήνουν αμφιβολίες. Μου είπαν ότι είναι ανίατη νόσος και ότι το πρόβλημα που έχεις δεν επιδέχεται θεραπείας. Στο ποδοσφαιρικό κομμάτι ήταν ξεκάθαρο ότι δεν μπορώ να συνεχίσω. Όσον αφορά γενικότερα, μου είπαν ότι πρόκειται για μια νόσο που ενώ μου συνέβη είμαι τυχερός μέσα στην ατυχία μου. Συνήθως εμφανίζεται στην εφηβεία και σε όσο πιο νεαρή ηλικία σου εμφανίζεται, τόσο πιο γρήγορη είναι η επιδείνωσή της. Σε μένα δεν μπορούν να προβλέψουν τι επιδείνωση θα έχει. Σίγουρα θα χειροτερέψει κάποια στιγμή, αλλά δεν ξέρουμε ούτε το πότε, ούτε με τι ρυθμούς. Χαρακτηρίζεται πιο θετική η περίπτωσή μου λόγω της ηλικίας που ξέσπασε». 

– Πώς βιώνεις μια κατάσταση στην οποία δεν ξέρεις πότε μπορεί να προκύψει η επιδείνωσή της; 

«Να σου πω την αλήθεια δεν το σκέφτομαι. Δεν με έχει απασχολήσει καθόλου. Αυτό συμβαίνει ίσως επειδή δύο χρόνια τώρα, η κατάσταση είναι στάσιμη. Ίσως αν συμβεί κάτι να το σκεφτώ, αλλά τώρα δεν το έχω καν στο μυαλό μου. Άλλωστε, όταν το έμαθα, αυτό που με πείραξε περισσότερο ήταν καθαρά το κομμάτι του ποδοσφαίρου και μόνο». 

– Τι σκέφτεσαι τότε σε ό,τι αφορά το επόμενο βήμα στη ζωή σου; 

«Είναι πολύ δύσκολο. Είναι όπως τελειώνεις το σχολείο στα 18 σου και λες “τι θα κάνω τώρα”. Εγώ, όμως, ήμουν στα 27 και πέρα από το ποδόσφαιρο δεν είχα κάνει κάποιες σπουδές και δεν είχα άλλο εχέγγυο. Είναι σαν να ξεκινούσα από το μηδέν, αλλά σε μια ηλικία αρκετά μεγαλύτερη απ’ αυτή που συνήθως έρχεσαι σε αυτή τη θέση». 

– Το συγκεκριμένο θέμα σου προκαλεί προβλήματα και με άλλες δουλειές; 

«Ναι, σίγουρα, το βράδυ είναι ένα πρόβλημα. Ίσως και σε κάποιες δουλειές. Όταν κλείνει το κομμάτι του ποδοσφαίρου σκέφτεσαι την επόμενη μέρα. Είναι λογικό να υπάρχει προβληματισμός. Όλος ο κόσμος δυσκολεύεται επαγγελματικά. Εδώ παιδιά με πτυχία και σπουδές και δυσκολεύονται να βρουν μία δουλειά». 

– Το θεώρησες ως ένα εφόδιο το γεγονός ότι έκανες κι άλλα πράγματα στη ζωή σου και δεν ασχολήθηκες απ’ ευθείας με το ποδόσφαιρο; 

«Δεν φοβήθηκα. Δεν φοβήθηκα στο τι θα κάνω την επόμενη μέρα επαγγελματικά. Πιο πολύ ήταν η στεναχώρια μου για το ποδόσφαιρο. Γενικότερα πιστεύω ότι κανείς δεν χάνεται». 

– Η περίοδος που μαθαίνεις ότι υπάρχει αυτή η νόσος μέχρι τη γνωστοποίησή της στο ευρύ κοινό είναι περίπου 6-7 μήνες. Σε τι κατάσταση είσαι εκείνο το διάστημα; 

«Είχα εξαντλήσει όλα τα περιθώρια. Μέχρι το Μάιο είχα ψάξει όλες τις εναλλακτικές. Είχα στείλει τις εξετάσεις και στη Γερμανία και στην Ελβετία σε κάποιους γιατρούς με τη βοήθεια της ομάδας. Είχα πάρει όλες τις πληροφορίες και δεν είχα κάτι παράπανω να μάθω. Ήξερα ότι πρόκειται για μια νόσο που δεν είχε ίαση και το μόνο που είχα να κάνω και μου είχαν πει και οι γιατροί ήταν να μην το σκέφτομαι, γιατί η κακή ψυχολογία και το άγχος επιδεινώνει την κατάσταση. Γενικότερα ήταν μια δύσκολη περίοδος γενικότερα για μένα. Είχα και άλλα πράγματα να σκεφτώ που αφορούσαν οικογενειακά θέματα, άρα το δικό μου πρόβλημα έμπαινε σε δεύτερη μοίρα»

– Σε δυνάμωσε ως άνθρωπο αυτή η περίοδος ή σε εξουθένωσε σκεπτόμενος «γιατί να συμβαίνουν όλα αυτά»; 

«Δεν το είπα ποτέ το “γιατί”. Αυτό, βέβαια, στο λέω εγώ. Αν ρωτήσεις άλλους δέκα, στον καθένα συμβαίνει κάτι διαφορετικό. Καλώς ή κακώς είναι πράγματα που συμβαίνουν και είναι μέσα στη ζωή. Περισσότερο με δυνάμωσαν. Σκέφτεσαι από κάποιο σημείο και μετά τι χειρότερο μπορεί να συμβεί… Επομένως σκέφτεσαι ότι μόνο κάτι καλύτερο μπορεί να γίνει».

– Το γεγονός ότι όπως λες και εσύ, ο καθένας περνάει τις δικές του δυσκολίες, το χρησιμοποίησες ως άμυνα για να «οχυρώσεις» τον εαυτό σου; 

«Δεν είμαι αχάριστος. Ακόμα και αυτό με τη νόσο, μπορεί να με ανάγκασε να κόψω το ποδόσφαιρο, αλλά δεν έχει επηρεάσει την καθημερινότητά μου. Αν είχε ξεσπάσει νωρίτερα, τότε σήμερα θα είχα μεγαλύτερο πρόβλημα. Θυμάμαι όταν πήγα σε έναν γιατρό, είδα ένα κοριτσάκι 14 ετών. Ο γιατρός μου είπε ότι ήρθε για την ίδια νόσο, κάτι που είναι πολύ σπάνιο. Η όρασή της ήταν στο 50% και μέχρι να ενηλικιωθεί θα είχε ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα. Όταν τα ζεις αυτά και τα βλέπεις, δεν μπορείς να είσαι αχάριστος». 

– Θέλει πολύ μεγάλη δύναμη για να έχεις αυτή τη στάση ζωής… 

«Εύκολο δεν είναι. Υπήρχαν στιγμές που είχα κλειστεί στον εαυτό μου και στιγμές που στεναχωριόμουν. Ακόμα και τώρα δεν στο κρύβω, όταν το σκέφτομαι στεναχωριέμαι, αλλά πρέπει να κοιτάξουμε παρακάτω». 

– Είσαι από εκείνους τους τύπους ανθρώπου που δίνουν δύναμη στους δικούς του ανθρώπους, παρά να δίνουν οι άλλοι σε σένα; 

«Δεν είχα ανάγκη από κάποιον να με στηρίξει. Οι δικοί μου ήταν φυσικά κοντά μου. Ίσα-ίσα εκείνο το καλοκαίρι όπως σου είπα είχαν συμβεί κι άλλα και έπρεπε να σταθώ εγώ δίπλα τους». 

– Η καθημερινότητά σου πώς προσαρμόστηκε; 

«Το μεγαλύτερο θέμα είναι στη βραδινή οδήγηση. Είμαι στην Αθήνα, πηγαίνω σε δρόμους γνωστούς που ξέρω και πιο προσεκτικά. Θα αποφύγω να κάνω κάποιο ταξίδι ή θα αναγκαστώ να φύγω νωρίς». 

– Πολλοί άνθρωποι σε τέτοιες περιπτώσεις βρίσκουν σε δύσκολες στιγμές της ζωής τους κάποιους τρόπους να δυναμώσουν. Άλλοι το κάνουν μέσω της πίστης, άλλοι στρέφονται στους πολύ κοντινούς τους ανθρώπους. Εσύ έκανες κάτι ιδιαίτερο; 

«Δεν έκανα κάτι ιδιαίτερο. Πιστεύω στον Θεό άλλωστε και δεν χρειαζόταν να κάνω κάτι τότε. Δεν πρέπει να είμαστε αχάριστοι, καθώς πολλές φορές τα θεωρούμε όλα δεδομένα. Μόνο όταν μας συμβαίνει κάτι καταλαβαίνουμε την αξία των πραγμάτων. Να περπατάμε, να βλέπουμε…». 

– Έκανες ταξίδια τότε στο εξωτερικό στην προσπάθειά σου να βρεις μια λύση; 

«Όχι, όχι. Με βοήθησαν πολύ με τις εξετάσεις τότε στον ΠΑΣ Γιάννινα και ειδικότερα ο κ. Σκόρδος. Είχαμε στείλει τις εξετάσεις στο εξωτερικό, είδε κι ο ίδιος ότι πρόκειται για τη νόσο Stargardt». 

– Το 2014 διαβάζω μια ανακοίνωση από τον Διαγόρα στην οποία ενημέρωνε ότι επέστρεφες εκεί. Τι συνέβη εκείνο το διάστημα ενώ ξέραμε ότι θα σταματήσεις την καριέρα σου; 

«Περισσότερο πήγα για να ξεφύγω και να φύγω για κάποιο διάστημα από την Αθήνα. Είχαν έρθει και κάποιοι φίλοι μου για να αγωνιστούν στην ομάδα. Περισσότερο ήθελα να ξεφύγω και να ξεχαστώ. Άλλωστε και η μπάλα είναι… αρρώστια που λέμε». 

– Από τι ήθελες να ξεφύγεις; 

«Ήθελα να ζήσω για λίγο μακριά από το σπίτι, να πάω σε ένα μέρος στο οποίο ευχάριστες αναμνήσεις. Το έκανα ακόμα και για λόγους επαγγελματικούς, να ξεκινήσω κάτι άσχετο με το ποδόσφαιρο. Η Ρόδος είναι σαν ένα αυτόνομο μέρος που παρά την κρίση έχει καταφέρει και μένει σε πολύ καλό επίπεδο». 

Από το 2013 μέχρι το 2015, τι κάνεις ώστε να βιοποριστείς; 

«Ήταν μια χρονιά που ήμουν στη Ρόδο. Από το καλοκαίρι έχω επιστρέψει στην Αθήνα. Τώρα ψάχνω για δουλειά και απ’ ό,τι φαίνεται μια προοπτική που πρόκειται να ξεκινήσω από τον ερχόμενο μήνα. Από τη στιγμή που βρέθηκε κάτι είναι κάτι πολύ θετικό. Είναι κάτι άσχετο με το ποδόσφαιρο. Για μένα το ποδόσφαιρο, ακόμα και ερασιτεχνικά έχει σταματήσει». 


– Δεν σκέφτεται ούτε κάποια προοπτική προπονητή ή κάτι άλλο σχετικά με το ποδόσφαιρο εκτός τεσσάρων γραμμών; 

«Αυτή τη στιγμή προέχει για μένα να αποκατασταθώ επαγγελματικά με μια οποιαδήποτε εργασία. Αν βρω χρόνο και σταθεροποιηθώ εκεί που είμαι και μπορώ παράλληλα να ασχοληθώ με την προπονητική τερματοφυλάκων, είναι κάτι που θα το δω. Δεν το έχω αποφασίσει, ούτε το έχω αποκλείσει». 

– Την ανακοίνωση με την εξέλιξη της καριέρας σου την είχε κοινοποιήσει ο ΠΣΑΠ. Πώς σε βοήθησε ο Σύνδεσμος σε όλο αυτό; 

«Κατ’ αρχήν, πέρα από τον ΠΑΣ Γιάννινα που μου φέρθηκε με τον καλύτερο τρόπο και προσωπικά ο κ. Χριστοβασίλης που ακόμα και τώρα, δύο χρόνια μετά, το ενδιαφέρον του είναι συγκλονιστικό, είναι άψογος και τον ευχαριστώ πολύ, ο ΠΣΑΠ είχε μια δράση που δεν την περίμενα. Δεν τη γνώριζα και τόσο πολύ. Τότε, ίσως και πολλοί ποδοσφαιριστές δεν γνώριζαν τι κάνει ο ΠΣΑΠ. Νομίζω τώρα όλοι ξέρουν. Είναι από τα λίγα πράγματα που αφορα το ποδόσφαιρο στην Ελλάδα και πράγματι λειτουργεί με υποδειγματικό τρόπο. Μου έχουν σταθεί όλα τα παιδιά από τον Σύνδεσμο δίπλα μου και ιδιαίτερα ο πρόεδρος, Σάκης Δημόπουλος. Είναι αρκετά ευαίσθητος σε αυτά τα θέματα. Εκείνοι είναι που με παίρνουν τηλέφωνο, γιατί εγώ αισθάνομαι άβολα, ακόμα και δύο χρόνια μετά. Γενικότερα, η δράση τους είναι τρομερή, έχουν κάνει πολλά πράγματα γενικότερα για τον Έλληνα ποδοσφαιριστή. Έχουν δημιουργήσει το ταμείο αλληλεγγύης, σε περίπτωσεις προσφυγών είναι δίπλα στους παίκτες με δικηγόρους κλπ.». 

– Σε βοήθησε με άλλους τρόπους; 

«Πέρα από το κομμάτι του ενδιαφέροντος, του ψυχολογικού και του καθαρά ανθρώπινου, έκαναν κι άλλες ενέργειες. Αυτοί ήταν που είχαν επαφή με τη Super League που με στήριξε και έδειξε ενδιαφέρον. Αναμένω να ολοκληρώσει τα όσα έχει δεσμευθεί προς το πρόσωπό μου. Ο ΠΣΑΠ είναι αυτός που λειτουργεί για μένα». 


– Στην τελευταία παράγραφο της ανακοίνωσης του ΠΣΑΠ που αναφερόταν στην αναγκαστική αποχώρησή σου από την ενεργό δράση αναφέρεται: «Το ποδόσφαιρο έχει όμορφες ιστορίες, ήρωες, μεγαλείο αλλά και ανασφάλεια, κλάμα και πόνο. Η πρώτη σελίδα έχει την βιτρίνα, αλλά, η σκληρή αλήθεια για την αβεβαιότητα του επαγγέλματος του ποδοσφαιριστή, είναι πίσω απ’ αυτή, με ιστορίες που, συχνά, δεν γίνονται γνωστές αλλά και όταν τις μαθαίνεις, δεν ξέρεις αν πρέπει να στεναχωρηθείς, να κλάψεις ή να αισθανθείς υπερήφανος γιατί το ποδόσφαιρο συνεχίζει να αναδεικνύει προσωπικότητες που έχουν δύναμη και αντοχή. Αυτό είναι το παιχνίδι μας, αυτοί οι πρωταγωνιστές του…». Είναι όλα αυτά ο Μπάμπης Ταμπάσης; 

«Όλα τα παιδιά που βρίσκονται στο ποδόσφαιρο έχουν προσπαθήσει, έχουν κάνει θυσίες, έχουν αφήσει άλλα πράγματα για να φτάσουν εκεί που έχουν φτάσει. Σε άλλους τα πράγματα έρχονται πιο ευνοϊκά, άλλοι προχωρούν όπως το αξίζουν, άλλοι είναι πιο ικανοί. Όλοι κάνουν την προσπάθειά τους και το αποτέλεσμα εξαρτάται από πολλές παραμέτρους. Παίζει ρόλο και το πόσο προσπαθεί ο καθένας, δεν φταίνε για τις ατυχίες μόνο οι άλλοι». 

– Ποιο είναι τελικά το επιμύθιο αυτής της περιπέτειας της οποίας εγώ όπως σε βλέπω τη διαχειρίζεσαι με αξιέπαινο τρόπο. 

«Δύο θα μπορούσα να πω: Πρώτον, το γεγονός ότι δεν πρέπει να θεωρούμε τίποτα δεδομένο και δεύτερον ότι ποτέ δεν πρέπει να τα παρατάμε, γιατί μπορεί να κάνεις την προσπάθειά σου, αλλά δεν ξέρεις ποτέ τι σε περιμένει. Δεν πρέπει να το βάζεις κάτω, όποιο απρόοπτο και να σου συμβεί». 

– Είναι ένα μάθημα η δική σου ιστορία; 

«Ο καθένας έχει το δικό του πρόβλημα. Το δικό μου θέμα με έχει επηρεάσει προς το παρόν μόνο στο επαγγελματικό και συγκεκριμένα στο ποδόσφαιρο. Δεν θεωρώ ότι είμαι πιο άτυχος από έναν άνθρωπο που απολύθηκε ή αναγκάστηκε να σταματήσει, επειδή η δουλειά του έκλεισε. Επομένως δεν θεωρώ ότι περισσότερο άξιος από κάποιον άλλον. Ο καθένας έχει το πρόβλημά του και βάσει αυτών παλεύει και αντιστέκεται». 

sport-fm.gr