Η οδύσσεια του γκολφ Αφάντου και ο σωτήρας του

Χαμένη επί σχεδόν μισό αιώνα στον κυκεώνα του χαοτικού Ελληνικού Δημοσίου, η αξιοποίηση της πανέμορφης παραλίας στην ανατολική Ρόδο έμοιαζε καταδικασμένη σε αιώνια ματαίωση.  Σήμερα όλα αλλάζουν…

Τα κτίρια-πειστήρια αυτού που επιχειρήθηκε πριν από περίπου μισό αιώνα «στ’ Αφάντου» -όπως ονομάζουν οι ντόπιοι την υπέροχη, αχανή ροδίτικη παραλία- στέκουν σαν σκιάχτρα από οπλισμένο σκυρόδεμα, σαν απομεινάρια ενός πάλαι ποτέ μεγαλεπήβολου σχεδίου. 
Καταφανώς χουντικής έμπνευσης και -ημιτελούς- εκτέλεσης, το όραμα για την τουριστική αξιοποίηση της περιοχής κάποτε προέβλεπε ότι αυτά που σήμερα δεν φαντάζουν παρά σαν μίζερα, θλιβερά, τσιμεντένια κουτιά διαφόρων σχημάτων και διαστάσεων, θα γίνονταν κοσμοπολίτικα και πολυσύχναστα, με εκλεκτούς φιλοξενούμενους να περιδιαβαίνουν στο «club house», στα εστιατόρια, στις καφετέριες, στους αθλητικούς χώρους με τις πισίνες ολυμπιακών διαστάσεων κ.λπ.




Η μοίρα της περιοχής προσέλκυσε τον αυτοδημιούργητο Ελληνοαμερικανό εκατομμυριούχο Μερκούριο Αγγελιάδη, ο οποίος είχε όνειρο ζωής να δημιουργήσει κάτι μεγάλο και σημαντικό, κάτι σαν τη Ριβιέρα της Ανατολικής  Μεσογείου

Μαζί με τις εγκαταστάσεις του γκολφ, που επί του παρόντος λειτουργούν κανονικά για όσους τυχαίνει να γνωρίζουν την ύπαρξή τους, αυτά τα οικοδομήματα της επταετίας συνθέτουν τη σημερινή πραγματικότητα των Αφάντου – η οποία, όμως, δεν είναι η μόνη. Μια άλλη όψη της ίδιας πραγματικότητας συνιστά το γεγονός ότι η παραδείσια ακτή στην ανατολική πλευρά της Ρόδου φιλετοποιήθηκε, διχοτομήθηκε και, μέσω ΤΑΙΠΕΔ, εκποιήθηκε. Υπάρχει, λοιπόν, πολύ σοβαρή πιθανότητα ένας ευλογημένος από τη φύση τόπος, όπως των Αφάντου, να ξεφύγει από μια κατάρα δεκαετιών που τον κατατρύχει. Η μοίρα της περιοχής ήταν η καταδίκη σε μια αέναη απορία: «Κάτι πρέπει να κάνουμε τ’ Αφάντου, αλλά τι; Και πώς;» Οποιαδήποτε αρχή γινόταν από οποιονδήποτε, κρατικό ή ιδιωτικό, φορέα έμενε ιδέα θνησιγενής, πνιγόταν στη γραφειοκρατική ανευθυνότητα ή ακόμη και στην ιδεολογική καχυποψία απέναντι «στους ξένους που θέλουν να κάνουν τους Ελληνες γκαρσόνια της Δύσης». Κατά καιρούς παρέλασαν πολιτικοί και επίδοξοι επενδυτές, αλλά η πρόοδος παρέμενε στην πράξη πάντα στη σφαίρα του «αφάντου» – λες και η ονομασία της περιοχής φώναζε από μόνη της την κατάρα της στασιμότητας.



Αγκυλώσεις δεκαετιών

Σήμερα και παρά την, αν μη τι άλλο, επιφυλακτική στάση της νυν κυβέρνησης απέναντι στις ιδιωτικοποιήσεις, μοιάζει εφικτό να πραγματοποιηθεί η βούληση προσωπικοτήτων όπως του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος είχε εκδηλώσει ενδιαφέρον από τα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης, πιθανώς λόγω και της προσωπικής του συμπάθειας στο άθλημα του γκολφ. Μετά από μια αγκύλωση δεκαετιών που έμοιαζε ανίατη, ό,τι δεν κατόρθωσε η κρατική μέριμνα από τη δεκαετία του ’60 ως σήμερα σκοπεύουν να πετύχουν οι αγοραστές γης – και ιδιαίτερα ένας Ελληνοαμερικανός αυτοδημιούργητος εκατομμυριούχος, ο κ. Μερκούριος Αγγελιάδης, ο οποίος απέκτησε το Βόρειο Αφάντου. Πρόκειται για το τμήμα της παράλιας ζώνης με τις μεγαλύτερες δυνατότητες ανάπτυξης, συνολικής έκτασης 1.360 στρεμμάτων (πενταπλάσια από αυτήν του Νότιου), στο οποίο περιλαμβάνεται και το υπάρχον Γκολφ Κλαμπ. Ο κ. Αγγελιάδης φιλοδοξεί να προχωρήσει στη δημιουργία ενός τουριστικού παραδείσου, επενδύοντας περίπου 400-500 εκατ. ευρώ. 



Ο Μερκούριος Αγγελιάδης είναι παντρεμένος με την Ελευθερία, ή Λίμπυ (από το Liberty – δίπλα του στη φωτογραφία) και έχει τέσσερις κόρες (από αριστερά): την Αλάνα, την Αίγινα, την Ειρήνη και τη Φαίδρα, που ποζάρει με τον σύζυγο της Μανώλη Καζάν

Ο 74χρονος «Μάικ» Αγγελιάδης μοιράζεται με κάθε προκάτοχό του τα μεγάλα σχέδια για τα Αφάντου. Αντίθετα όμως από κάθε προηγούμενο, ο κ. Αγγελιάδης, ο οποίος κατάγεται από τη γειτονική Σύμη, διαθέτει τίτλους ιδιοκτησίας (εκτός από το Γκολφ που παραχωρείται για 50 χρόνια). Κυρίως, όμως, προτάσσει μια ηθική υποχρέωση: «Για μένα τα Αφάντου δεν είναι επένδυση, δεν είναι μια επιχείρηση που δημιουργώ όσο καλύτερα μπορώ, φροντίζοντας να προστατεύσω τα δικαιώματά μου με τη βοήθεια ειδικών συνεργατών και εξαίρετων νομικών όπως οι κύριοι Θεόδωρος Φορτσάκης, Γιώργος Μυλωνογιάννης και Δημήτρης Διακόπουλος. Το έργο στα Αφάντου είναι για εμένα κάτι πολύ περισσότερο, είναι ένα όνειρο που είχα από πολύ παλιά, από τότε που δεν είχα ακόμη τα απαραίτητα χρήματα για να το αποκτήσω. Ερχομαι ανελλιπώς στη Ρόδο, μία ή δύο φορές τον χρόνο, από το 1969. Θα χαρακτήριζα αυτό που ετοιμάζουμε “έργο ψυχής”. Αν δεν καταφέρω να κάνω αυτή την παραλία Ριβιέρα της Ανατολικής Μεσογείου, δεν θα έχω μούτρα να ξαναπατήσω στο νησί. Και αυτό για μένα θα ήταν πολύ βαρύ χτύπημα, δεν θα το άντεχα».


Μισό δισ. ευρώ από τον «Μάικ»

Αν πιστέψουμε ότι η περιοχή Αφάντου είχε το δικό της πεπρωμένο, ο κ. Αγγελιάδης διαθέτει όλα τα προσόντα κάποιου που ετοιμάζεται να αντιταχθεί σε οποιαδήποτε μοίρα μοιάζει προδιαγεγραμμένη. Εξάλλου, όταν εκείνος τελείωνε το γυμνάσιο στη Σύμη, τη δεκαετία του ’50, κυκλοφορώντας κυριολεκτικά ξυπόλητος, όταν διάβαζε τα βράδια με γκαζόλαμπες και κεριά επειδή στο νησί δεν υπήρχε καν ηλεκτροδότηση, όταν μπάρκαρε για να μην επιβαρύνει τον ξυλουργό πατέρα του με τα έξοδα των σπουδών του στην Παιδαγωγική Ακαδημία, κανείς δεν θα μπορούσε να περιμένει ότι μερικές δεκαετίες αργότερα θα εκταμίευε 26,9 εκατομμύρια ευρώ για να αποκτήσει ένα από τα κτηματικά διαμάντια της Ρόδου – αν όχι της Μεσογείου. 





Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, φίλος του γκολφ, είχε εκφράσει ζωηρή επιθυμία να γίνει κάτι πραγματικά σημαντικό στην περιοχή  Αφάντου, αντάξιο του φυσικού κάλλους

Μεταναστεύοντας στις ΗΠΑ το 1960, έκανε κάθε είδους δουλειά: ανειδίκευτος εργάτης, ελαιοχρωματιστής κρεμασμένος από τις κολοσσιαίες γέφυρες της Νέας Υόρκης, έχοντας ως μόνιμη συντροφιά του τον θανάσιμο κίνδυνο του συγκεκριμένου επαγγέλματος, καθώς και ένα σινάφι ξεγραμμένων εργατών εκ των οποίων, όπως λέει ο κ. Αγγελιάδης σήμερα, «ο καλύτερος είχε σκοτώσει τη μάνα του». Χωρίς να σπουδάσει ποτέ κάτι άλλο εκτός από την «επιστήμη του μεροκάματου, στο πεζοδρόμιο της δουλειάς», όπως ο ίδιος λέει, ο κ. Αγγελιάδης αναμείχθηκε με τις επισκευές κτιρίων ως προθάλαμο για τις κατασκευές. Τελικά, αφού κατασκεύασε 182 εστιατόρια, κυρίως για Ελληνες που αναζητούσαν την τύχη τους στη Νέα Υόρκη, βρέθηκε επικεφαλής μιας από τις μεγαλύτερες κατασκευαστικές εταιρείες της Νέας Υόρκης, την M.A. Angeliades Inc., με ετήσιο κύκλο εργασιών εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια, αναλήψεις μεγάλων δημόσιων έργων κ.λπ. Ο κ. Αγγελιάδης κατατάσσεται πλέον σταθερά ανάμεσα στους πιο εύπορους Ελληνες της αμερικανικής ομογένειας, στους κύκλους της οποίας απολαμβάνει σεβασμό και εκτίμηση. Παράλληλα με την επαγγελματική και κοινωνική του καταξίωση, ο κ. Αγγελιάδης δημιούργησε μια μεγάλη οικογένεια, με τέσσερις κόρες και εγγόνια που διαρκώς πληθύνονται.



Ο Μερκούριος Αγγελιάδης, ένας αυτοδημιούργητος Ελληνοαμερικανός επιχειρηματίας, αγόρασε τα βόρεια Αφάντου και είναι αποφασισμένος να το μετατρέψει σε Ριβιέρα της Ανατολικής Μεσογείου

Η ιστορία του Μερκούριου Αγγελιάδη, της διαρκούς ανέλιξης και προόδου, είναι αντίστροφη αυτής των Αφάντου. Παρ’ όλ’ αυτά, υπάρχει ένας ξεχωριστός δεσμός ανάμεσά τους – όπως υπάρχει, κατά κάποιον τρόπο και με τη διαχείριση των τρεχόντων οικονομικών δεινών. Στον πίνακα με τα προσδοκώμενα έσοδα από τις ιδιωτικοποιήσεις που προ ολίγων ημερών η ελληνική κυβέρνηση υπέβαλε στους δανειστές και την, ακατονόμαστη πλέον, τρόικα περιλαμβάνεται και το «Afantou». Ασχέτως αν εκατομμύρια Ελληνες δεν έχει τύχει να πληροφορηθούν την ύπαρξή του, οι ξένοι δανειστές καλούνται να λάβουν σοβαρά υπόψη τους ότι η περιοχή Αφάντου θα συνεισφέρει στο ταμείο του κράτους 21 εκατ. ευρώ το 2015 και άλλα τόσα το 2016. Μολονότι δεν έχουν καταβληθεί ακόμη, εφόσον εκκρεμούν διαδικαστικά ζητήματα για την ολοκλήρωση της μεταβίβασης της γης, σημαντικό μέρος αυτών των χρημάτων, μοιραία, προέρχονται από την περιουσία του κ. Αγγελιάδη. 



Πόσα θα πάρει το Δημόσιο

Βέβαια, τα 42 εκατ. ευρώ τα οποία, υπό το βάρος του γενικότερου κλίματος απόγνωσης, η ελληνική κυβέρνηση ανακοινώνει πως περιμένει από τα Αφάντου είναι ελάχιστα μπροστά στο περίπου μισό δισ. ευρώ το οποίο προβλέπεται να επενδυθεί από τον κ. Αγγελιάδη και τους εταίρους που ο ίδιος φιλοδοξεί να προσελκύσει. Πάντως, με 400-500 εκατ. ευρώ για τη δημιουργία σύγχρονων τουριστικών εγκαταστάσεων, μονάδων αποκατάστασης ασθενών με χρόνιες παθήσεις, πλήρη αναδιαμόρφωση και ανακαίνιση του γκολφ κ.λπ., όσα δηλαδή προβλέπει το master plan για το οποίο ο κ. Αγγελιάδης έχει ήδη πληρώσει 1 εκατ. ευρώ σε διεθνώς διακεκριμένους αρχιτέκτονες και μελετητές, ακόμη και η μοίρα των Αφάντου μπορεί να αλλάξει ρότα.

Το ΤΑΙΠΕΔ έσπευσε να διαβεβαιώσει κάθε ενδιαφερόμενο με ανακοίνωσή του ότι δεν υπάρχει κανένα ουσιαστικό πρόβλημα με τα σχέδια για την περιοχή Αφάντου. Και άρα ότι ο παλιός γραφειοκρατικός εφιάλτης που στραγγάλιζε κάθε απόπειρα αξιοποίησης της περιοχής με διαρκείς αναβολές και ματαιώσεις δεν αναμένεται να επανέλθει. 



Τα Αφάντου ανέκαθεν, έθελγαν και διέγειραν τη φαντασία των επισκεπτών τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι υπάρχει ένα σκίτσο φιλοτεχνημένο με την τεχνοτροπία των μεσαιωνικών χαρτών, με την ετικέτα «Il Golf di Rodi»

Το παράδοξο με τα Αφάντου είναι ότι, μάλλον ανέκαθεν, έθελγε και διέγειρε τη φαντασία των επισκεπτών του. Είναι χαρακτηριστικό ότι υπάρχει μια γκραβούρα, ένα σκίτσο φιλοτεχνημένο με την τεχνοτροπία των μεσαιωνικών χαρτών, η οποία δίπλα στην ετικέτα «Il Golf di Rodi» απεικονίζει το πώς οι Ιταλοί -περίπου κατά την περίοδο 1912-1939, όταν τα Δωδεκάνησα τελούσαν υπό την κατοχή τους- φαντάζονταν τα Αφάντου. 
 
Ο,τι κι αν είχαν στο μυαλό τους οι Ιταλοί, το Γκολφ Αφάντου θεμελιώθηκε επί χούντας, με την έκταση να έχει παραχωρηθεί στον ΕΟΤ το 1970, ενώ οι απαλλοτριώσεις εκ μέρους του Δημοσίου είχαν αρχίσει από το 1962. Το δικτατορικό καθεστώς ολοκλήρωσε την απορρόφηση της γης από τους τοπικούς μικροκτηματίες και ακολούθως ανέθεσε σε έναν άνθρωπο που θεωρούνταν αυθεντία στο είδος του, τον Βρετανό Ντον Χαραντάιν, να σχεδιάσει ένα σύγχρονο για την εποχή γήπεδο γκολφ. Παράλληλα, η χούντα χρηματοδότησε την κατασκευή των εγκαταστάσεων εντός και πέριξ του κλαμπ – αν και η αποκατάσταση της δημοκρατίας διέκοψε την υλοποίηση των σχεδίων επ’ αόριστον.



«Κρυφά από τον Θεό»

Εστω και χωρίς την κατάλληλη υποδομή για τη φιλοξενία ή τις βέλτιστες εγκαταστάσεις, το Γκολφ Αφάντου επισήμως λειτουργεί από το 1973, έστω και «κρυφά από τον Θεό», όπως πιστεύει ο κ. Αγγελιάδης. Οταν το είχε επισκεφτεί ο Κωνσταντίνος Καραμανλής το 1974, όντας πρωθυπουργός, είχε ενθουσιαστεί με την τοποθεσία και, διακρίνοντας ενδεχομένως τις δυνατότητες που διέθεταν τα Αφάντου, ζήτησε από τον στενό του συνεργάτη και γενικό γραμματέα του ΕΟΤ, Τζαννή Τζαννετάκη, να φροντίσει για την άμεση αξιοποίησή του. Ωστόσο, θα περνούσαν τρία χρόνια προτού ο ΕΟΤ, με τον Παναγιώτη Λαμπρία ως επικεφαλής, θα εξήγγειλε κάποιο σχέδιο ανάπτυξης για την περιοχή. Και θα περνούσαν άλλα τρία χρόνια έως ότου, το 1980, ο Ελληνοαμερικανός Πιτ Ταβουλαρέας, ένας από τους πιο ισχυρούς ανθρώπους της παγκόσμιας αγοράς πετρελαιοειδών και πρόεδρος της Mobil Oil, θα εκδήλωνε έντονο ενδιαφέρον προκειμένου να αναλάβει την ανάδειξη και εκμετάλλευση των Αφάντου. Το τότε ανερχόμενο προς την εξουσία ΠΑΣΟΚ κατήγγειλε μια κρυφή και μάλλον σκοτεινή συμφωνία ανάμεσα στον ΕΟΤ -ή την κυβέρνηση του Γεωργίου Ράλλη- και τον Ταβουλαρέα, σύμφωνα με την οποία τα Αφάντου θα παραχωρούνταν αντί 40 εκατ. δραχμών για 120 χρόνια.




Οταν ο Ελληνοαμερικανός Μερκούριος Αγγελιάδης τελείωνε ξυπόλητος το γυμνάσιο στη Σύμη (πάνω) διαβάζοντας με γκαζόλαμπες, κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι μερικές δεκαετίες αργότερα θα εκταμίευε 26,9 εκατ. ευρώ για να αποκτήσει ένα από τα κτηματικά διαμάντια της Ρόδου. Ο επιχειρηματίας είναι αναγνωρισμένος και βραβευμένος στις ΗΠΑ και, καλώς εχόντων των πραγμάτων, θα καταστεί αναγνωρίσιμος και στη μητέρα πατρίδα



Φυσικά, όταν το ΠΑΣΟΚ, μετά τις εκλογές του 1981, ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας, ακύρωσε την όποια συμφωνία, επαναφέροντας τα Αφάντου στην αιωνίως μετέωρη κατάστασή τους, μεταξύ πρόθεσης για ανάπτυξη και εγκατάλειψης. Παράλληλα, στο πνεύμα των «κοινωνικοποιήσεων», κατά την ορολογία της εποχής και ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις, ο ΕΟΤ την περίοδο 1982-1987 αποπειράθηκε για άλλη μία φορά να αποπερατώσει το έργο που είχε θεμελιωθεί επί χούντας, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Κατόπιν το ενδιαφέρον ατόνησε ξανά για μερικά χρόνια, προτού αναθερμανθεί το 1990, επί κυβέρνησης Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, και ήταν ακριβώς τότε που ο κ. Αγγελιάδης είχε εκφράσει μέσω μιας επιστολής του προς τον πρωθυπουργό την πρόθεσή του να μετάσχει σε πιθανή προσπάθεια αξιοποίησης της περιοχής Αφάντου, γνωστοποιώντας την ταυτότητα και την υποψηφιότητά του. Στην επόμενη κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, το 1993, η περιοχή χωροθετούνταν λεπτομερώς και της αποδόθηκαν συγκεκριμένες προδιαγραφές δόμησης, κάτι που, παρ’ όλες τις παλινωδίες και τροποποιήσεις, προσέλκυσε ξένους επενδυτές. Οι οποίοι με τη σειρά τους αποθαρρύνθηκαν από τη στάση του ελληνικού κράτους, το οποίο το 1998 αποφάσισε να κηρύξει με συνοπτικές διαδικασίες άγονο τον σχετικό διαγωνισμό που είχε προκηρυχθεί.

Τα επόμενα χρόνια, ουσιαστικά ως την ίδρυση του ΤΑΙΠΕΔ, το 2011, ακολούθησε μια αλληλουχία εκδηλώσεων ενδιαφέροντος από διάφορους ισχυρούς παράγοντες, ελληνικών και διεθνούς βεληνεκούς συμφερόντων, υπήρξαν νέοι διαγωνισμοί, αλλεπάλληλες μεταβολές στο καθεστώς διαχείρισης και τους όρους δόμησης, αντιδράσεις της τοπικής κοινωνίας για τα προτεινόμενα σχέδια αξιοποίησης, ακυρώσεις, αναβολές, ατέρμονοι διαξιφισμοί κ.ο.κ. Ωσπου στην άκρη αυτής της, χαρακτηριστικά ελληνικής και εξίσου χαοτικής, διαδρομής εμφανίστηκαν οι σημερινοί, ιδιοκτήτες πλέον, των Αφάντου. Σε ό,τι αφορά ιδιαίτερα τον κ. Αγγελιάδη, ήρθε το πλήρωμα του χρόνου διότι, όπως εκμυστηρεύεται ο ίδιος στο «ΘΕΜΑ», «εγώ έρχομαι με ψηλά το κεφάλι για να κάνω έργο. Δεν το κάνω για τα χρήματα και το κέρδος, όσο κι αν αυτό ακούγεται τρελό. Είμαι επιχειρηματίας, αλλά δεν ξεχνώ ποτέ ότι έζησα φτωχόπαιδο στη Σύμη και πιστεύω ότι οφείλω να κάνω κάτι σημαντικό στον τόπο μου».

protothema.gr